Του Ιωάννη Ιασ. Βελέντζα, Διπλ. Ηλεκτρολόγου Μηχανικού
Φίλοι μου, καλή σας μέρα,
Την προηγούμενη εβδομάδα είχαμε σταματήσει στο νεοελληνικό όνειρο, που αποδείχτηκε ότι ήταν μία αυταπάτη. Σήμερα θα συνεχίσουμε με έναν άλλο γνωστό μύθο που μας ταιριάζει γάντι. Άλλωστε πρέπει να δώσουμε χρόνο στη νέα κυβέρνηση. Σας ενημερώνω, επίσης, ότι ξεκίνησα εντατική εκπαίδευση. Σύντομα θα είμαι ο “πράκτορας μπουγάτσα”, διότι σε αυτό το είδος πάταξης της φοροδιαφυγής θα ειδικευτώ!
Μια φορά και έναν καιρό, μία πάμπτωχη οικογένεια ζούσε σε μία τρώγλη, κοντά σε ένα χωριό. Ο πατέρας, μαραγκός στο επάγγελμα, είχε περιστασιακή εργασία, η μητέρα δεν εργαζόταν και είχαν ένα μοναχοπαίδι, τον Πέτρο. Δηλαδή, σαν τις περισσότερες οικογένειες στη σημερινή Ελλάδας. Τα πράγματα καθημερινά χειροτερεύανε. Κάποια στιγμή ο πατέρας είπε στον Πέτρο, ότι αγωνιούσε για το τι θα απογίνουν.
Ο νέος άρχισε να κλαίει, μέχρι που μια καλή νεράιδα τον λυπήθηκε. Έτσι εμφανίστηκε να χτυπά την πόρτα ένας καλοσυνάτος γεράκος, που κρατούσε στην αγκαλιά του μία κότα. «Είσαι φιλότιμο παιδί», είπε, ο γέρος στον Πέτρο. «Πάρε αυτή την πουλάδα και εάν τη φροντίσετε, θα σας φροντίσει και αυτή».
Ο Πέτρος πήρε την κότα καταχαρούμενος. Προσέχετε φίλοι μου, τι λέει ο μύθος; Ο νέος έλαβε βοήθεια γιατί ήταν φιλότιμος. Επιπλέον καταχάρηκε μόλις είδε την κότα. Ας αναρωτηθούμε πως θα αντιδρούσαμε εμείς.
“Άσε μας ρε μεγάλε και εσύ και η κότα σου. Κανά καλό κινητό, θα μας φέρεις;”
Η κότα – βοήθεια, αγαπημένοι μου, δεν είναι ο Σόιμπλε, αλλά η πρωτογενής παραγωγή. Χωρίς αυτήν οδεύουμε ξυπόλητοι στα αγκάθια!
Η κότα αυτή, που εμείς στην καλύτερη περίπτωση θα τη βλέπαμε ως σουπίτσα, άρχισε να γεννά ένα χρυσό αυγό την ημέρα. Τα αυγά άρχισαν να πουλιούνται, το χρήμα άρχισε να ρέει στη φτωχή μας οικογένεια, και να το σπίτι, να τα ζωντανά, να τα χωράφια, να οι υπηρέτες, να τα ακριβά τα ρούχα, τα εκλεκτά εδέσματα…Η οικογένεια, όμως, δεν ήταν ευτυχισμένη. Ζούσε διαρκώς με τον φόβο, μήπως της κλέψει κάποιος την κότα. Καλά λένε πως το χρήμα δεν φέρνει την ευτυχία. Οι μύθοι, φίλοι μου, παρότι είναι τόσο παλαιοί, λένε πάντα την αλήθεια. Αναπόφευκτο, βέβαια, αφού οι άνθρωποι δεν αλλάζουν!
Το μόνο που ενδιέφερε, λοιπόν, την οικογένεια ήταν ποιος θα “φυλούσε σκοπιά”, για να μην κλαπεί η κότα. Την έβαλαν και σε ένα χρυσό δωμάτιο και όλα καλά! Κάποια στιγμή, ένα άλλο φτωχόπαιδο, ο Γιάννης πήγε να ζητήσει βοήθεια από την οικογένεια του Πέτρου, η οποία τον έστειλε “αδιάβαστο”. Σιγά μην ασχολείτο τώρα με τη φτώχεια. Είχαν αλλάξει επίπεδο, είχαν ανέβει πολλές κατηγορίες. Ήταν πλούσιοι, αλαζονικοί, υπερόπτες.
Το ίδιο βράδυ μία τρομερή καταιγίδα χτύπησε την περιοχή. Να και ένας κεραυνός στο σπίτι του Πέτρου που πήρε φωτιά και όλα έγιναν στάχτη. Παρόλα αυτά οι γονείς πάλι δεν κατάλαβαν το λάθος τους. «Δεν πειράζει», είπαν. «Έχουμε την κοτούλα μας και με τα χρυσά αυγά θα αγοράσουμε παλάτι». Έλα μου, όμως, που η κοτούλα πλέον έγινε κόκορας και δεν γεννούσε! (αυτό το λέω εγώ). Ο μύθος λέει ότι η κότα συνέχιζε να γεννά, αλλά τα αυγά πλέον ήταν κανονικά. Οι γονείς του Πέτρου πάνω στο θυμό τους θελήσανε να διαπιστώσουν τι γίνεται με την κότα και ανοίξανε την κοιλιά της. Πάει λοιπόν η κοτούλα. Την έκαναν … πατσά! Και εδώ τελειώνει το παραμυθάκι μας.
Λοιπόν, αγαπημένοι μου φίλοι, είναι ώρα να θυμηθούμε ότι οι αυταπάτες, όπως το νεοελληνικό όνειρό μας, γίνονται εφιάλτης και τραγωδίες. Και να σκεφθούμε σοβαρά πως θα το αποτρέψουμε. Το πώς μπορεί να γίνει αυτό, μας το έχει πει η “κοτούλα με τα χρυσά αυγά”.
Πρέπει να βασιστούμε στον πρωτογενή τομέα. Πρέπει να αρχίσουμε να παράγουμε και να μην απλώνουμε το χέρι. Τότε θα έρθουν τα πλούτη, αφού η παραγωγή είναι χρυσός!
Θα μου πείτε, «τι μας λες ρε Καραμήτρο. Χρήματα, και μάλιστα πολλά, είχαμε και πριν». Και να το αποτέλεσμα. Και εδώ όμως ο μύθος μας απαντά. Τα πλούτη μας δεν τα διαχειριστήκαμε ορθά. Μας “έφυγε” το φιλότιμο και γίναμε υπερόπτες και αλαζόνες. Δώσαμε το ντάτσουν με τις πατάτες και πήραμε μερσέντες με αέρα κοπανιστό! Λίγο ακόμα και στα χωράφια αντί για τρακτέρ θα βλέπαμε καγιέν!
Το ξέρω, στεναχωρώ κάποιους, αλλά αυτή είναι η μαύρη αλήθεια και πρέπει να την αποδεχτούμε.
Πριν σας αποχαιρετήσω, φίλοι μου, και αφού διανύουμε την ευλογημένη περίοδο της Σαρακοστής, καλό είναι να θυμηθούμε ότι, πολύ πριν από το παραμυθάκι μας, υπήρχε η υπέροχη παραβολή του άφρονος πλουσίου. Ενός τετραπέρατου επιχειρηματία, θα λέγαμε σήμερα. Ενός γκόλντεν μπόι. Που διαρκώς μάζευε χρήμα και η μόνη έννοια του ήταν που θα αποθηκεύσει τον τεράστιο πλούτο του.
Και όταν βρήκε τη λύση, είπε στον εαυτό του. Και τώρα ωραία. Ψυχούλα μου, θα αναπαυθείς και θα απολαμβάνεις μια ζωή. Φαγοπότια, διασκεδάσεις, ταξίδια, αγορές, αυτοκίνητα, αεροπλάνα, διαστημόπλοια, υποβρύχια, … Και ενώ παραμιλούσε, εμφανίστηκε ο Μεγαλοδύναμος και του είπε στη νεοελληνική γλώσσα: “μεγάλε καλά τα σχεδίασες, αλλά τώρα θα σε επισκεφθεί ο χάρος για να πιείς μαζί του το τελευταίο εσπρεσάκι σου”.
Φίλοι μου, δεν πρέπει να ξεχνάμε. Εμείς εδώ παιδευόμαστε, πασχίζουμε και ο Μεγάλος από ψηλά, ξεσπά σε γέλια!