Στις 11,30 το βράδυ της 11ης Ιανουαρίου του 1949 ισχυρές δυνάμεις των κομουνιστών του ΔΣΕ προσβάλλουν τα φυλάκια του Ελληνικού Στρατού στον Άγιο Θεολόγο, και το γήπεδο της Νάουσας. Οι μάχες που δίνονται μεταξύ των ανταρτών και των ανταρτών σφοδρές. Η πόλη ζει ξανά ένα δεύτερο Ολοκαύτωμα με την πυρπόληση των εργοστασίων της, το πλήρες πλιάτσικο των καταστημάτων της και τις αναρίθμητες καταστροφές περιουσιών και σπιτιών. Η Νάουσα την επομένη πέφτει στα χέρια των ανταρτών. Οι εκτελέσεις αιχμαλώτων χωροφυλάκων, στρατιωτών και πολιτών, ιδίως στο σφαγείο της Παλιαμπούκηνας, απίστευτα απάνθρωπες. Φωτιά, μαχαίρι και τσεκούρι αδερφού σε αδερφό. Εκατοντάδες τα θύματα και εκατοντάδες οι έφηβοι της πόλης που στρατολογούνται βιαίως και μεταφέρονται στα θέατρα των μαχών του εμφυλίου, στον Γράμμο και το Βίτσι. Πολλοί δεν θα ξαναγυρίσουν στην πόλη που αγάπησαν και ζήτησαν να ζήσουν τον έρωτα της νιότης τους, να μυρίσουν τα ανοιξιάτικα τριαντάφυλλα της. Θα μείνουν θαμμένοι χωρίς παπά και την μάνα τους να θρηνεί, περιμένοντας δικαίωση στην θριαμβεύουσα του Χριστού, Επουράνια Βασιλεία. 12 Ιανουαρίου 1949. Ο εξάχρονος Νίκος ζει με την οικογένεια του το δράμα του ορυμαγδού της μάχης στο τσιμεντένιο οίκημα της Ζαφειράκη, όπου στεγάζεται η έδρα της χωροφυλακής. Η σκάλα του δεύτερου ορόφου παίρνει φωτιά από τα χιλιάδες βλήματα, τις σφαίρες και τα πυρά των όλμων. Ο Νικολάκης σώζεται από θαύμα. Βγαίνοντας από το σφαγείο του αντικρίζει ένα κατεστραμμένο άρμα μάχης του Ελληνικού Στρατού με τον οδηγό του καμένο να έχει μείνει στον πυργίσκο του. Φρικτό θέαμα που σημαδεύει για πάντα την ζωή του Νίκου. Οι μάχες συνεχίστηκαν μέχρι τα ξημερώματα της 15ης Ιανουαρίου, όταν και οι αντάρτες εγκατέλειψαν την πόλη, με τα spitfire της Βασιλικής Αεροπορίας να θερίζει στο Βέρμιο σώματα και ψυχές ανάκατες. Ιδεολόγων και μη. Μα κυρίως σώματα και ψυχές νέων, εφήβων, αγοριών και κοριτσιών. 11 Ιανουαρίου 1949. Η Νάουσα από τότε δεν είναι πια η ίδια. Το κάθε της σημείο, το κάθε σημείο των λόφων και των χαραδρών που την περιβάλλουν, ειδικά εκεί στο σφαγείο της Παλιαμπούκηνας, βογκούν από το αίμα και την αγωνία δεκάδων αδικοσκοτωμένων. Η πληγή πάντα ανοικτή. Ειδικά δε τέτοιες μέρες που κάποιοι σκυλεύουν την μνήμη των νεκρών της. Αντί για σιωπή, δάκρυ και προσευχή στους νεκρούς αδελφούς, αντάρτες και στρατιώτες, κάποιοι συνεχίζουν να ξύνουν την ανοικτή πληγή. 11 Ιανουαρίου 2014. Το καντηλάκι στο στρατιωτικό νεκροταφείο, στους τάφους των νεκρών αδελφών άναψε, ως θυσία εσπερινή. Θυσία συγνώμης και ανάπαυσης των νεκρών αδελφών. Που σήκωσαν μαχαίρι, ο ένας στον άλλον. Μαζί του καίει και λίγο θυμίαμα στους τάφους του Θόδωρου Λαναρά, , του Νίκου Θεοφίλου, του Γιώργου Βουτυρά. Θυμίαμα λύτρωσης και προσευχής στον Τριαδικό Θεό. Ποτέ πια εμφύλιος πόλεμος. Ποτέ πια εθνικός διχασμός.
Θόδωρος Ελευθεριάδης.